Μόλις δύο μήνες μετά τον Νακαμούρα Κανζαμπούρο ένας ακόμα γίγαντας του Καμπούκι, έκανε την τελευταία του έξοδο από το χαναμίτσι (花道), το διάδρομο που περνάει μέσα από το κοινό και οδηγεί στα παρασκήνια. Ο Ιτσικάουα Νταντζούρο ο 12ος (十二代目 市川 團十郎), κληρονόμος μιας παράδοσης 350 ετών και επικεφαλής μιας από τις σημαντικότερες οικογένειες-συντεχνίες του Καμπούκι, της Ναριτάγια, έφυγε χτες, 3 Φεβρουαρίου και τελευταία μέρα του χειμώνα για το παλιό ιαπωνικό ημερολόγιο σε ηλικία 66 ετών.
Η πρώτη φορά που είδα Καμπούκι ήταν λίγο πριν κλείσει για κατεδάφιση και ριζική ανακαίνιση το ιστορικό Καμπούκι-ζα στη Γκίνζα∙ εκεί ο Νταντζούρο έπαιξε έναν από τους γνωστότερους ρόλους που η οικογένειά του έχει προσφέρει στο ρεπερτόριο, τον Σουκερόκου (助六) πρωταγωνιστή του ομώνυμου έργου και σύμβολο των «Εντόκο» (江戸っ子), των αστών που, όπως και ο ίδιος, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο παλιό Τόκιο και που δημιούργησαν μια κουλτούρα εξίσου –αν όχι περισσότερο- σημαντική από αυτή των σαμουράι και των αριστοκρατών του Κιότο.
Από τότε, προσπάθησα να τον παρακολουθήσω όσο περισσότερο μπορούσα και κάθε φορά συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο την αξία του ως ηθοποιού και σκηνοθέτη. Σε ένα θέατρο τόσο τυποποιημένο όσο το Καμπούκι, χρειάζεται πραγματική έμπνευση και ταλέντο για να μπορέσει κανείς να εκφραστεί αληθινά και να δημιουργήσει κάτι καινούριο –και ο Νταντζούρο το κατάφερνε κάθε φορά που πατούσε το πόδι του στο σανίδι, χωρίς όμως ποτέ να αδικήσει αυτό που έφτασε στα χέρια του από τις έντεκα γενιές που προηγήθηκαν.
Στο σάιτ της Ναριτάγια, ο προσωπικός του χαιρετισμός ξεκινάει με τη φράση «Ίι γιάκουσα νι νάρου» (いい役者になる), δηλαδή «Θέλω να γίνω πολύ καλός ηθοποιός». Δε νομίζω ότι θα είμαι ο μόνος που αυτές τις μέρες θα υποστηρίξει ότι το πέτυχε και με το παραπάνω, ούτε ο μόνος που λυπήθηκε γιατί αυτό το σύμβολο του Καμπούκι δεν πρόλαβε να καλωσορίσει το καινούριο Καμπούκι-ζα όπως αποχαιρέτισε το παλιό (το ανακαινισμένο θέατρο θα ανοίξει τον Απρίλιο και, βεβαίως, το όνομα του Νταντζούρο ήταν στο πρόγραμμα).
Στη θέση του ίσως παίξει ο φυσικός και καλλιτεχνικός του διάδοχος, ο γιος του, Ιτσικάουα Έμπιζο ο 11ος (十一代目市川海老蔵), ένας επίσης πολύ ταλαντούχος αν και ακόμα κάπως ασχημάτιστος από πλευράς προσωπικότητας ηθοποιός που, όπως και ο Νταντζούρο ζει μέσα στο Καμπούκι από έξι ετών. Παρότι μελετάω και ο ίδιος μια παράδοση αιώνων, μου είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστώ πόσο πολλαπλασιάστηκε το βάρος που είχε ήδη στους ώμους του ο 35χρονος Έμπιζο. Και πόσο θα πολλαπλασιάζεται κάθε φορά που ένας θεατής θα φωνάζει «Ναριτάγια!» στις καίριες στιγμές ενός έργου, όπως είθισται να γίνεται στο Καμπούκι. Γιατί κάθε τέτοιο «κάκεγκοε» (掛け声) θα του θυμίζει πόσο μεγάλος ήταν ο πατέρας του και πόση δουλειά χρειάζεται ακόμα για να μπορέσει ο ίδιος να πάρει επάξια το όνομα «Νταντζούρο ο 13ος». Καλό ταξίδι –και στους δύο...
0 comments:
Post a Comment